Αλανσόν

Αλανσόν
(Αleηçοη). Πόλη (28.600 κάτ. το 2002) της βορειοδυτικής Γαλλίας στη Νορμανδία, πρωτεύουσα του νομού Ορν, στη συμβολή των ποταμών Σαρτ και Μπριάντ. Έχει νηματουργεία και εργοστάσια κατασκευής οικιακών συσκευών, ηλεκτρικών ειδών και ενδυμάτων. Στην πόλη λειτουργεί σχολή δαντελοποιίας. Η Α. είναι γνωστή στην ιστορία από τον 8ο αι. Ήταν έδρα δεσποτών του οίκου Κρέιλ. Όταν το 1082, τους αντικατέστησαν εκείνοι του οίκου Μοντγκόμερι, έκαναν την Α. πρωτεύουσα κομητείας, γεγονός που έδωσε σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη της πόλης. Τον 12ο αι. τη διεκδικούσαν τόσο οι δούκες της Νορμανδίας, όσο και οι μονάρχες της Αγγλίας. Από το 1285 δημιουργήθηκε ο τίτλος δούκας της Α., με πρώτο τον Ιβ. Δούκες της Α. ήταν πολλοί Γάλλοι ευγενείς, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Γαλλίας. Το 1549, μετά τον θάνατο της Μαργαρίτας της Ανγκουλέμ, που είχε δημιουργήσει στην Α. και στα περίχωρα ημιανεξάρτητο κράτος, η πόλη πέρασε οριστικά στο γαλλικό στέμμα. Στην Α. σώζονται πολλά αξιόλογα οικοδομήματα, δείγματα του αλλοτινού μεγαλείου της, όπως ο καθεδρικός της Παναγίας με θαυμάσια υαλογραφήματα και τρίεδρη στέγη (16ος αι.) και δύο πύργοι (15ος αι.). Αξιόλογη είναι και η εκκλησία του Αγίου Λεονάρδου και το δημαρχείο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Βαλουά — I (Valois). Βασιλικός οίκος της Γαλλίας, που είχε την εξουσία από το 1328 έως το 1589, κλάδος του γαλλικού βασιλικού οίκου των Καπετιδών. Η δυναστεία άρχισε με τον Κάρολο, τριτότοκο γιο του Φιλίππου Γ’, στον οποίο το 1285 δόθηκε η κομητεία του Β …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Ελισάβετ — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αγία από τη φυλή του Λευί, μητέρα του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Ήταν συγγενής της Θεοτόκου και σύζυγος του ιερέα Ζαχαρία. Σύμφωνα με την παράδοση, αν και η Ε. δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει και… …   Dictionary of Greek

  • Εμπέρ, Ζακ-Ρενέ — (Jacques René Hébert, Αλανσόν 1757 – Παρίσι 1794). Γάλλος επαναστάτης. Απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα μέσα από τα μαχητικά άρθρα που δημοσίευε στην εφημερίδα του Le Père Duchesne (από την οποία επονομάστηκε και μπάρμπα Ντισέν). Υπήρξε ένας από τους …   Dictionary of Greek

  • Νορμανδία — (Normandie). Ιστορική επαρχία της βόρειας Γαλλίας. Βρέχεται με μια ακτή 600 χλμ., από τα νερά του Στενού της Μάγχης, μεταξύ των εκβολών του Μπρελ στα Α και του Κουενόν (Κόλπος Σαιν Μαλό) στα Δ, και ορίζεται από τη Βρετάνη στα ΝΔ, την Πικαρδία στα …   Dictionary of Greek

  • Ορν — (Orne). Νομός της Γαλλίας (6.100 τ. χλμ., 293 900 κάτ.). Βρίσκεται στην περιοχή της Νορμανδίας. Το έδαφός του είναι πεδινό με μεγαλύτερο υψόμετρο τα 417 μ. Ο νομός οφείλει την ονομασία του στον ομώνυμο ποταμό, μήκους 170 χλμ. Κατά μήκος της όχθης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”